Ασημάκης Πανσέληνος
(1903-1984)
(1903-1984)
Βιογραφικά στοιχεία
Ο Ασημάκης Πανσέληνος, γιος του εμπόρου υφασμάτων Ιωακείμ και της Μυρτώς το γένος Βελισσαρίου, γεννήθηκε στη Μυτιλήνη, όπου πέρασε τα παιδικά και γυμνασιακά του χρόνια. Σπούδασε στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (και συμπληρωματικά κοινωνιολογία, ψυχολογία και λογοτεχνία) , από όπου αποφοίτησε το 1929 και εργάστηκε ως δικηγόρος έως ότου συνταξιοδοτήθηκε για λόγους υγείας. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του προσκάλεσε στη Μυτιλήνη, από κοινού με το Βασίλη Αρχοντίδη, τον Γιάννη Ψυχάρη, γεγονός που χαιρετήθηκε από τους κατοίκους του νησιού ως πρωτοποριακή πνευματική κίνηση. Στη δικτατορία του Μεταξά (4η Αυγούστου) συνελήφθη για αντικαθεστωτική δράση (από κοινού με τους Ν.Καρβούνη, Κ.Βάρναλη και Γ.Κορδάτο) και κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και του εμφυλίου εντάχτηκε στην Αντίσταση και κλείστηκε από τους ιταλούς και τους άγγλους στις φυλακές Αβέρωφ και το Χασάνι αντίστοιχα από όπου και δραπέτευσε. Μετά το τέλος του Εμφυλίου διετέλεσε βουλευτής Λέσβου (1950-1951) με το κόμμα της ΕΛΔ. Ήταν παντρεμένος με την ποιήτρια – Έφη Πανσελήνου και είχαν αποκτήσει έναν γιο, τον συγγραφέα Αλέξη Πανσέληνο. |
Λογοτεχνική παρουσία
Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1921 με τη βράβευση ενός πεζογραφήματός του σε διαγωνισμό του περιοδικού του Θεόδωρου Θεοδωρίδη (Ντορή Ντόρου) Μυτιληνιός, στο οποίο δημοσίευσε στη συνέχεια στίχους και πεζά, ενώ ακολούθησαν δημοσιεύσεις του, με διάφορα ψευδώνυμα, σε έντυπα όπως ο Ελεύθερος Λόγος (1921), η Καμπάνα (1923-1924), ο Ταχυδρόμος (1925), η Λεσβιακή Μούσα (1925-1927) και οι Λεσβιακές Σελίδες (1925). Συνεργάστηκε επίσης με τους Νέους Πρωτοπόρους (από το 1931), τα Νεοελληνικά Γράμματα (μετά το 1936), τη Μάχη (από το 1945) την Πολιτική, τα Ελεύθερα Γράμματα (1945-1947) κ.α., όπου δημοσίευε λογοτεχνικά κείμενα, άρθρα και κριτικά δοκίμια, ενώ το 1946 εξέδωσε την ποιητική συλλογή "Μέρες οργής". Γνωστός ωστόσο έγινε κυρίως μέσα από το αυτοβιογραφικό πεζογράφημα "Τότε που ζούσαμε" (1974), στο οποίο παρουσιάζεται η κοινωνική και πολιτική κατάσταση της Ελλάδας από την προπολεμική περίοδο ως την εποχή του εμφυλίου. Στα ίδια πλαίσια κινήθηκε και πεζογράφημά του με τίτλο "Νερά και χώματα" και άλλα πολλά.
Ο Πανσέληνος υπήρξε πνεύμα κριτικό και προοδευτικό με σατιρική φλέβα που καταπιάστηκε με αρκετά είδη λόγου (αυτοβιογραφικά, δοκίμια, ταξιδιωτικά, πεζογραφία, ποίηση). Παράλληλα με την συγγραφική του δραστηριότητα υπήρξε αρθρογράφος στις εφημερίδες Μάχη (Σβώλος- Τσιριμώκος) και "Πολιτική" (Τσιριμώκος).
Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1921 με τη βράβευση ενός πεζογραφήματός του σε διαγωνισμό του περιοδικού του Θεόδωρου Θεοδωρίδη (Ντορή Ντόρου) Μυτιληνιός, στο οποίο δημοσίευσε στη συνέχεια στίχους και πεζά, ενώ ακολούθησαν δημοσιεύσεις του, με διάφορα ψευδώνυμα, σε έντυπα όπως ο Ελεύθερος Λόγος (1921), η Καμπάνα (1923-1924), ο Ταχυδρόμος (1925), η Λεσβιακή Μούσα (1925-1927) και οι Λεσβιακές Σελίδες (1925). Συνεργάστηκε επίσης με τους Νέους Πρωτοπόρους (από το 1931), τα Νεοελληνικά Γράμματα (μετά το 1936), τη Μάχη (από το 1945) την Πολιτική, τα Ελεύθερα Γράμματα (1945-1947) κ.α., όπου δημοσίευε λογοτεχνικά κείμενα, άρθρα και κριτικά δοκίμια, ενώ το 1946 εξέδωσε την ποιητική συλλογή "Μέρες οργής". Γνωστός ωστόσο έγινε κυρίως μέσα από το αυτοβιογραφικό πεζογράφημα "Τότε που ζούσαμε" (1974), στο οποίο παρουσιάζεται η κοινωνική και πολιτική κατάσταση της Ελλάδας από την προπολεμική περίοδο ως την εποχή του εμφυλίου. Στα ίδια πλαίσια κινήθηκε και πεζογράφημά του με τίτλο "Νερά και χώματα" και άλλα πολλά.
Ο Πανσέληνος υπήρξε πνεύμα κριτικό και προοδευτικό με σατιρική φλέβα που καταπιάστηκε με αρκετά είδη λόγου (αυτοβιογραφικά, δοκίμια, ταξιδιωτικά, πεζογραφία, ποίηση). Παράλληλα με την συγγραφική του δραστηριότητα υπήρξε αρθρογράφος στις εφημερίδες Μάχη (Σβώλος- Τσιριμώκος) και "Πολιτική" (Τσιριμώκος).